Άκου
εκεί οκτώ υποψηφιότητες για Όσκαρ! Άλλος ένας αδικαιολόγητος θρίαμβος μιας
ταινίας που δεν τον αξίζει ούτε για τις ιδέες της (τίποτα απολύτως πρωτότυπο),
ούτε για την εκτέλεσή τους.
Ο
«Οδηγός αισιοδοξίας» του υποψήφιου και πέρυσι για Όσκαρ για το «Fighter» σκηνοθέτη David
O. Russel είναι μια
ρομαντική κομεντί, η οποία δεν είναι ούτε αξιοσημείωτα ρομαντική, ούτε και
ιδιαίτερα… κομεντί! Για την ακρίβεια, αίσθηση ρομαντισμού κυριαρχεί μόνο όταν
βρίσκεται μπροστά στον φακό η πάντα εξαιρετική Jennifer Lawrence, ενώ οι υπόλοιπες
σκηνές στην πλειοψηφία τους διακρίνονται από μια χλιαρότητα σχεδόν σε όλους
τους τομείς τους. Γενικώς, επιχειρείται μια κάπως άγαρμπη προσέγγιση ενός
καθαρά «πιασάρικου», σε σημείο όμως ξεκάθαρων κλισέ, θέματος.
Έχουμε
λοιπόν έναν γεμάτο ψυχολογικά προβλήματα βασικό χαρακτήρα (Bradley Cooper), που έχει μόλις
βγει από ψυχιατρική κλινική, και είναι αποφασισμένος να ξανακερδίσει τη γυναίκα
του, την οποία πλέον ο νόμος τού απαγορεύει να πλησιάσει. Ο Cooper γνωρίζει τον χαρακτήρα της Jennifer Lawrence, μιας κοπέλας
εξίσου προβληματικής μιας και πρόσφατα έχασε τον άντρα της, στην οποία θα
εντοπίσει το μέσο για να προσεγγίσει έμμεσα τη γυναίκα του, η Lawrence όμως από την πρώτη στιγμή που τον βλέπει
εμφανώς τον ερωτεύεται. Όσο για τη συνέχεια και, κυρίως, το τέλος του φιλμ,
είναι τόσο προβλέψιμα που, είτε τα ξέρετε εκ των προτέρων είτε όχι, ειλικρινά
δεν θα δείτε μεγάλη διαφορά…
Και
δεν είναι μόνο τα κλισέ του που κάνουν το φιλμ να μοιάζει σχετικά αδιάφορο για
το ελληνικό κοινό, αλλά ο τρόπος που πραγματεύεται την ιστορία, τους χαρακτήρες
και αυτήν την υποτιθέμενη «αισιοδοξία» του τίτλου του, που είναι μάλλον
προορισμένα να βρουν θερμή ανταπόκριση σχεδόν αποκλειστικά στις αμερικανικές
αίθουσες. Και ακόμα κι αν ο συντηρητισμός του είναι τόσο έντονος ώστε να μπορεί
να θεωρηθεί σατιρικός, δεν υπάρχει σε καμία περίπτωση αρκετή τόλμη για να
υποστηρίξει κάτι τέτοιο…
Επιβάλλεται
βέβαια να αναφερθεί και τουλάχιστον να επαινεθεί η ερμηνεία της Lawrence, στην οποία το έργο βασίζει όλη του την
συναισθηματική δύναμη και η οποία είναι ίσως η μόνη (μαζί με τους Jay Cassidy και Crispin Struthers για το μοντάζ) που
πραγματικά αξίζει βραβείο. Είναι ικανή να κάνει την ταινία ενδιαφέρουσα μόνο
και μόνο λόγω της παρουσίας της και συγκινητική χάρη στο αδιανόητα εκφραστικό
-χωρίς την παραμικρή εκφραστική υπερβολή- πρόσωπό της…
Το
υπόλοιπο καστ ικανοποιητικό, αλλά όχι κάτι αξέχαστο.